22.10.09

Εικοσιεννιά

Θα στήσω ένα σκηνικό, απ’ ένα κόσμο δανεικό
δεν θα τον πω ιδανικό, δεν θα ‘χει κάτι εξωτικό
και θ’ αποφύγω να παραμυθιαστώ…

Ο ήλιος καίει, καταμεσήμερο, και τι να λέει;
Η θάλασσα μια ανάσα, δρόμος που σπατάλησα
οι φοίνικες μπορεί να ήτανε εκεί, αλλά
δεν έδωσα σ’ αυτούς καθόλου προσοχή
απ’ τη φθορά κι απ’ τη ντροπή
πήρα λοιπόν αναβολή απ’ τη ζωή
ξεκίνησα διακοπές με σλίπινγκ μπαγκ μπρος στην τιβί
το ίντερνετ το είχα σαν το μαγικό χαπάκι
που θα ‘δινε τη λύση αν κυλούσε το καπάκι

Ύστερα έπιασα δουλειά σε μαγαζί
κι έβγαλα μεροκάματο να πάρω πι-ες-πί
δεν μ’ ένοιαζε καθόλου το φαΐ
ήταν γεμάτο το ψυγείο της μαμάς
με παριζάκι και φιλαντέλφια τυρί

Φραπέδιασα σ’ όλη την παραλιακή
ήταν ο χαβαλές κι η μαλ@κία σ’ ημερήσια διάταξη
συνήθισα να χρησιμοποιώ ταξί
δεν είχα διάθεση να βάλω καμιά τάξη
εντάξει, πρέπει να σκεφτώ πώς θα πάρω τελικά σύνταξη
είμαι εικοσιεννιά, ποιος πάει τώρα μέχρι τα εξηνταεφτά
αυτός ο γολγοθάς θα με τρελάνει…

Τι λε ρε μάγκα; Σε λίγο θα με δω με ροζ φουστάνι
Αρμάνι, δεν κάνει, νέο παιδί κι έγινα χαρμάνι
λέω «ως εδώ, φτάνει», αλλά μόνο αυτό δεν φτάνει
θέλει δουλειά πολύ και βράζει το καζάνι
θέλει οι ζωντανοί και κάνουν μάνι μάνι
η Σούλα ανυπόμονα περιμένει για στεφάνι
μα εσένα, όταν το σκέφτεσαι, πονοκέφαλος σε πιάνει

Χάιδεψε λίγο τώρα το μωρό σου, τον εαυτό σου
τα «απορώ» σου, δεν έχουν δέσει με το ριζικό σου
στρώσου, η σύγχρονη σκλαβιά, ζητάει τη σωρό σου
ανασκουμπώσου, δεν έχεις περιθώρια να κάνεις τον καμπόσο
αναστατώσου, ο Άδης σε παζάρεψε απόψε όσο όσο

Δεν υπάρχουν σχόλια: