23.9.10

Επικίνδυνες σκέψεις

Τώρα εδώ, μες το δωμάτιο το θoλό, περιπολώ, αναπολώ
ύστερα εκεί εμπρός στην τρύπια φυλακή σα το έρημο σκυλί,
χωρίς φωνή, της κουρασμένης κοινωνίας η κρυφή αναστολή,
μια κωμωδία, αηδία, κομμάτια τρία, δύο ζεστές νύχτες και μία κρύα
του χάους κρουστωδία, μυθωδία για τον καλό μας Δία.

Ιστορία, μόνο σε λίγους η ζωή είχε να δώσει ασυλία
οι υπόλοιποι στην Τροία, να πεθαίνουν με ανία, μια όμορφη βία
σε Ινδία και Κολομβία γιατρειά καμία, και μας έμεινε η Γαλλία
για να πάμε να φάμε, όταν μας πιάσει ανορεξία.
Ανέβηκα σε άλογο κι έπιασα τα ηνία.

Δεν είμαι εδώ για ξόδεμα, έχω πνευματικό κομπόδεμα,
έχω σταυρό που κουβαλώ, και μη μου πεις και τι μ΄αυτό;
Τώρα μου μένει ν' ανεβώ και στο βουνό. Απλό;
Κάνε τυφλέ πιο κει, για θα σε κάψει η αστραπή.
Στο κέντρο της πλατείας αναβλύζει μια πηγή,
πηγή πνοής, που σε προκαλεί να πιεις, κι αν πιεις,
πίσω απ' την αυλαία πια, σα σκιά, δεν θα θέλεις να κρυφτείς

Ηθοποιός ή γελωτοποιός; Ο χρόνος να σε λιώσει είναι ικανός
να ταπεινώσει, στάχτες να στρώσει, να πάρει και να μην δώσει
σε ακολουθεί λαός πολύς, έτοιμος να σκορπίσει αν χαθείς
κι ο κάθε ευπρεπής θα είναι εκεί,
πρώτος το λίθο να ρίξει της ντροπής
Ας είναι. Το ρίσκο της αιώνιας ζωής.

16.9.10

Πουλημένη συνείδηση

Ποιος τάχα σε πέταξε σ' αυτή τη δύνη;
Τσιμπούρι το αίμα σου πίνει, ζητά τυφλή δικαιοσύνη
και συ ρουφάς τη νικοτίνη, μπας και καλμάρεις την οδύνη
ποιος θα ζήσει να σε κρίνει, δεν είναι καν δική σου ευθύνη
Γιαν'ς κερνά και Γιάννης πίνει, για σένα δεκάρα δε δίνει

Τι καρτεράς; Για πόσο ακόμα θα το παίζεις φουκαράς;
Βγάλε τη μάσκα που φοράς, για να σε φτύσει ο κάθε φαφλατάς
της συμφοράς, της διαφθοράς, της καθωσπρέπει συμπεριφοράς
Μιας άλλης άνοιξης ειν' το νερό που κουβαλάς, πότισ' εμάς
δεν είσαι εδώ για να χαϊδεύεις το σκυλί της λησμονιάς
δώσε παράσταση, ζήτα ανάσταση, κι όχι ξεφτίλα επανάσταση
κάνε να σπάσει ο χαλκάς, ο τσαμπουκάς
της νέας τάξης σκλάβος είσαι κι όχι ο βασιλιάς

Κι ύστερα ξύπνησες νωρίς, να πας πικρή δουλειά να βρεις
κάτω απ' τα σκέλια η ουρά, θα μπεις κι απόψε στη σειρά
ο επιστάτης την ποδιά του κατουρά.
Τ' αφεντικά του του 'χουν δώσει εξουσία
θέλουν να κάνουν μαζί σου συνουσία, ανίερη θυσία
είσαι κομμάτι απ' τη δικιά τους περιουσία
θέλουν να χάσεις την ουσία, να σβήσουν κάθε φαντασία
ανάμνηση ότι πλάστηκες με Θεία Ουσία
κι ότι δεν έχει σημασία αν ζεις,
αν ζεις χωρίς προοπτική να δεις
τον Είμαι μέσα απ' την δικιά σου αθανασία.

14.9.10

Μονόβολο

Μια ψυχή δε λέει να βγει και ζητάει αναβολή
περιμένει και προσμένει στο πηγάδι στη σιωπή
Πληγωμένη από τα πάθη, πεταμένη, τι προσμένει;
Κοροϊδεύει το μοιραίο και χορεύει στη βροχή
σαν τσιγγάνα αγναντεύει με τη σκέψη ταξιδεύει

Σε περίπατο σα βγεις μην ξεχάσεις να ουρλιάξεις
θέλει να 'χεις αρετή στο κενό για να πετάξεις
στο φινάλε κάθε πράξης, καρδιά μου, για να υποταχτείς,
θέλει να 'σαι ολιγαρκής, σίγουρα κι ονειρευτής,
μια γροθιά μια μαχαιριά, στ' αχαμνά της νέας τάξης

Μη μου τάξεις. Κοίτα μόνο να προστάξεις
τους αγγέλους να διατάξεις, μη διστάσεις μη ντραπείς
ας μην είσαι επιρρεπής, πολωμένος ζηλωτής
μα προπάντων κι εξαρχής κανόνισε μη ξεχαστείς
στο πηγάδι της ντροπής και χαθείς και κλάψεις

Τι ζητάει μια ψυχή στα σκουπίδια στην αναμονή;
Κούρνιαξε και περιμένει την λαμπρή ανατολή
ωιμέ, την αστραπή την θωρεί σαν αδερφή
τ' αγεράκι το νταντεύει την αλήθεια να της πει

Σιωπή και σιγαλιά
κάτου στην τρύπα τη βαθιά, άνθισε η κερασιά
τι θες να δεις και θα το δεις μες στην αλησμονιά